Γενικές πληροφορίες
Ο καρκίνος των ωοθηκών αποτελεί μία εκ των συνηθέστερων κακόηθων παθήσεων στο γυναικείο πληθυσμό. Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί αύξηση της επιβίωσης, χωρίς όμως εξέλιξη στη θεραπεία της νόσου. Η μέση ηλικία διάγνωσης είναι τα 63 έτη.
Ιστολογικοί τύποι
- Επιθηλιακοί όγκοι, αποτελούν περίπου το 90% και περιλαμβάνουν:
- Το ορώδες αδενοκαρκίνωμα (45%)
- Το βλεννώδες αδενοκαρκίνωμα (20%)
- Το ενδομητριοειδές καρκίνωμα (25%)
- Το διαυγοκυτταρικό καρκίνωμα (10%)
Ο κίνδυνος επιθηλιακού ωοθηκικού καρκίνου αυξάνει με την ηλικία ιδιαίτερα μετά τα 50 έτη.
- Φυλετικού στρώματος όγκοι, αποτελούν περίπου το 6% και περιλαμβάνουν:
- Τον κοκκιοκυτταρικό όγκο
- Το θήκωμα
- Το ίνωμα
- Τον όγκο Sertoli – Leyding
- Δυσγερμίνωμα, αποτελεί περίπου το 3% και περιλαμβάνει:
- Τον ενδοδερμικό όγκο
- Το ανώτερο τεράτωμα
Παράγοντες κινδύνου
-
- Κληρονομικότητα: ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών κατά τη διάρκεια της ζωής μίας γυναίκας είναι 1%. Ωστόσο, ανέρχεται στο 2,5% σε γυναίκες με μία συγγενή πρώτου βαθμού να πάσχει από καρκίνο ωοθηκών και στο 30-40% σε γυναίκες με δύο συγγενείς πρώτου βαθμού με ανάλογο ιστορικό. Υπάρχουν 3 μοντέλα κληρονομικότητας:
- καρκίνος ωοθήκης
- καρκίνος ωοθήκης και μαστού
- καρκίνος ωοθήκης και εντέρου
- Ιστορικό υπογονιμότητας ή χρήσης φαρμάκων για την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας.
- Μετάλλαξη του γονιδίου BRCA1, BRCA2 και BRCA3 (γνωστό ως γονίδιο καρκινικής ευπάθειας μαστού – ωοθήκης).
- Κληρονομικότητα: ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών κατά τη διάρκεια της ζωής μίας γυναίκας είναι 1%. Ωστόσο, ανέρχεται στο 2,5% σε γυναίκες με μία συγγενή πρώτου βαθμού να πάσχει από καρκίνο ωοθηκών και στο 30-40% σε γυναίκες με δύο συγγενείς πρώτου βαθμού με ανάλογο ιστορικό. Υπάρχουν 3 μοντέλα κληρονομικότητας:
Κλινική εικόνα
Η νόσος εξελίσσεται ύπουλα και αθόρυβα, με ασαφή συμπτώματα κυρίως στα πρώτα στάδια. Αυτό οφείλεται στη μεγάλη χωρητικότητα της πυέλου , που επιτρέπει την εξέλιξη της νόσου χωρίς την εμφάνιση λειτουργικών προβλημάτων. Τα συνήθη συμπτώματα περιλαμβάνουν:
-
-
- Ακαθόριστο κοιλιακό άλγος.
- Ναυτία, εμετό (σε προχωρημένα στάδια).
- Μειωμένη όρεξη.
- Διάταση της κοιλίας (σε πιο προχωρημένα στάδια)
-
Διάγνωση
Το διακολπικό υπερηχογράφημα μπορεί να αναγνωρίσει αλλοιώσεις στην αρχιτεκτονική του οργάνου και να οδηγήσει τη σκέψη του θεράποντα ιατρού σε περαιτέρω έλεγχο.
Ο καρκινικός δείκτης Ca 125, είναι συνήθως αυξημένος στη νόσο, δεν έχει όμως μεγάλη ευαισθησία και ειδικότητα, καθώς αυξάνεται και σε άλλες παθήσεις.
Θεραπεία
Εξαρτάται απο τον τύπο του καρκίνου και το στάδιο. Στόχος κάθε θεραπευτικής παρέμβασης είναι η ίαση, που όμως δύσκολα είναι εφικτή στον καρκίνο των ωοθηκών εξαιτίας της καθυστερημένης διάγνωσης. Οι μέθοδοι αντιμετώπισης περιλαμβάνουν τη χειρουργική αφαίρεση του όγκου με στόχο την παραμονή όσο το δυνατόν λιγότερης υπολειμματικής νόσου (κυτταρομείωση) και τη χημειοθεραπεία. Η φιλοσοφία της κυτταρομείωσης (ολική υστερεκτομή μετά των εξαρτημάτων, πυελική και παραορτική λεμφαδενεκτομή, επιπλεκτομή, αφαίρεση οποιασδήποτε καρκινικής μάζας προσκολλημένης στους γύρω ιστούς) βασίζεται στο γεγονός ότι γυναίκες χωρίς καθόλου ή ελάχιστη υπολειμματική νόσο, έχουν καλύτερη επιβίωση από εκείνες με υπολειπόμενο όγκο. Ο χειρουργός κατά τη διάρκεια της επέμβασης θα πρέπει να λαμβάνει πάντα τα απαραίτητα μέτρα για την αποφυγή διασποράς καρκινικών κυττάρων.
Η χημειοθεραπεία στον καρκίνο των ωοθηκών χρησιμοποιείται είτε ως συμπληρωματική θεραπεία με στόχο τη μείωση του μεγέθους του όγκου, ώστε να καταστεί δυνατή η χειρουργική εξαίρεσή του, είτε ως παρηγορητική θεραπεία. Σε περιπτώσεις εκτεταμένης νόσου κατά τη διάγνωση, η χημειοθεραπεία ενδέχεται να αποτελεί τη μόνη δυνατή θεραπευτική προσέγγιση.
Πρόληψη
Γυναίκες με ισχυρό κληρονομικό ιστορικό (μία ή δύο συγγενείς πρώτου βαθμού με καρκίνο ωοθηκών) οφείλουν να βρίσκονται σε επαγρύπνιση και να ελέγχονται τακτικά από το γυναικολόγο τους.